Της Ελευθερίας Μηλάκη
Στην παλιά Λευκωσία πήγα δύο φορές. Ήθελα να περάσω τις εξετάσεις για να διοριστώ στο κυπριακό υπουργείο εσωτερικών. Διάβασα μόνη μου κυπριακή πολιτική ιστορία και έγραψα πολύ καλά στις εξετάσεις. Οργανωμένα πράγματα, οι εξετάσεις έγιναν στο συνεδριακό κέντρο, είχαν και coffee break , όπου γνώρισα μία καλή κοπέλα που είχε σπουδάσει Θεσσαλονίκη. Το βράδυ βγήκαμε για φαγητό και με ξενάγησε στην πόλη με το αυτοκίνητό της. Την επομένη έκανα μόνη μου μια βόλτα στο κέντρο και παραλίγο να χαθώ, αν και ο ευγενικός ρεσεψιονίστ μου είχε δώσει ένα χάρτη. Πήρα μικρά δωράκια, επισκέφτηκα το Λεβέντιο Μουσείο και θέλησα να μπω στα Κατεχόμενα. Δεν μαρεσε η εμπειρία. Σκόνη, εγκατάλειψη, φαντάσματα. Ούτε 100 μέτρα δεν άντεξα και γύρισα πίσω με δακρυσμένα μάτια… Για παρηγοριά πήρα ένα παγωτό και ένα μεγάλο χυμό γκρέιπφρουτ από ένα Juice Bar. Αυτό ήταν το πρώτο μου ταξίδι στην Κύπρο.
Όταν έφτασα στο αεροδρόμιο της Λάρνακας, πήρα ταξί για Λευκωσία. Ο οδηγός ήταν από την Ελλάδα και με προειδοποίησε να προσέχω. Ήταν στα δεξιά του αυτοκινήτου, εγώ καθόμουν στο πίσω κάθισμα στα αριστερά, ενώ το χέρι του απλωνόταν απειλητικά στο άδειο κάθισμα… Ήταν μεθυσμένος. Είχα αρχίσει να φοβάμαι, ώσπου μας σταμάτησε η αστυνομία, του έκανε αλκοτέστ, πλήρωσε το πρόστιμο και συνεχίσαμε! Ντράπηκα να ζητήσω από τους αστυνομικούς να με πάρουν μαζί τους. Πήραμε 100 λίρες για αρχή και συνεχίζουμε! Για καλή μου τύχη, με πήγε με ασφάλεια στο ξενοδοχείο μου. Δεν είχα φροντίσει να ζητήσω περιαγωγή και δεν είχα κινητό. Ήταν λίγο τρομακτικά στο δωμάτιο του ξενοδοχείου στο κέντρο της Λευκωσίας, χωρίς να μπορώ να επικοινωνήσω με τους δικούς μου και ακούγοντας όλη την ώρα αεροπλάνα, ελικόπτερα, δεν ξέρω τι ήταν…
Μετά από καιρό ξαναπήγα, ήμουν στο short list και με καλούσαν για συνέντευξη… Άλλο ένα ταξίδι, είχα αγοράσει καλά ρούχα, πριν τη συνέντευξη πήγα και σε ένα κομμωτήριο στην οδό Λήδρας. Από Ελλάδα είστε; Κακό δικό σας! Μόνο αυτό δεν μου είπαν οι “εξεταστές”. Φεύγοντας από τη συνέντευξη έσπασε το καινούριο μου παπούτσι. Τι να κάνω, μπαίνω σε ένα μαγαζί και αγοράζω ένα ζευγάρι ασημί σανδάλια σε στυλ σαγιονάρας. Κρατούσα ακόμα τα σπασμένα παπούτσια στο χέρι. Τώρα τις πήρες τις παντούφλες; Με ρώτησε μια γιαγιά. Χαμογέλασα. Προχωρούσα για να βρω το δρόμο για το ξενοδοχείο, βλέπω μια μαμά με το παιδάκι της και πιο πέρα περνούσε ένα μελαμψός νεαρός. Εδώ το χέρι σου, έχει μαύρο! Από τότε στην Κύπρο ανησυχούσαν για την…πληθυσμιακή τους αλλοίωση από μετανάστες μουσουλμάνους. Έφτασα στην πλατεία Ελευθερίας, όπως ήταν τότε, πριν γίνει η ανάπλαση με τη διάσημη αρχιτέκτων Ζάχα Χαντίντ. Πώς να τη χαρακτηρίσω την πλατεία, τριτοκοσμική όπως και το αεροδρόμιο της Λάρνακας. Μια ιδέα υπανάπτυξης, που στο κατεχόμενο τμήμα ισχύει σε βαθμό κακουργήματος. Κάθομαι στο παγκάκι και βγάζω από την τσάντα μου κάτι να φάω. Από τη μία ήταν ένας ηλικιωμένος ντόπιος και από την άλλη ένας νεαρός αλλοδαπός. Με κοιτούσαν. Όταν έφυγε ο γέρος, ο άλλος ήταν ακόμα εκεί. Τι με κοιτάς; Μήπως θέλεις χαλούμι; Γέλασε. Εγώ σοβαρά το είπα, είχα αρκετό.
Το βράδυ γινόταν μια εκδήλωση αφιέρωμα στον ποιητή ήρωα Ευαγόρα Παλληκαρίδη που εκτελέστηκε από τους Άγγλους, όπως τόσοι άλλοι νέοι. Πουλούσαν και ένα σιντί με τα τραγούδια του μελοποιημένα, είπα θα το πάρω στο τέλος της εκδήλωσης, αλλά μετά δεν το βρήκα. Και ποιος ήταν ανάμεσα στους ομιλητές; Ο καθηγητής μου Γιώργος Ανδρειωμένος, που στο πανεπιστήμιο δίδασκε νεοελληνική λογοτεχνία, λεξικογραφία κ.α. Μικρός που είναι ο κόσμος. Θα πάρω μιαν ανηφοριά, θα πάρω μονοπάτια, να βρω τα σκαλοπάτια, που παν στη λεφτεριά… Η γενική διαπίστωση ήταν ότι «αδέρφια, ο εχθρός καραδοκεί»…
Ποτέ πια δεν ξαναπήγα στην Κύπρο.
Όταν γύρισα στην Κρήτη, ήταν Μάιος του 2008… Με περίμενε ο μπαμπάς στο αεροδρόμιο, όπως πάντα όταν γυρνούσα από ταξίδι. Για τελευταία φορά. Δεν πειράζει. Ήταν από αυτούς που καθαρίζουν για όλους μας, από τους λίγους ρομαντικούς και γενναίους. Όπως τους Έλληνες που πολέμησαν για την Κύπρο και ξεχάστηκαν ή χάθηκαν και ακόμα τους ψάχνουν κάτω από λόφους από σκόνες. Είναι οι ήρωες που δίνουν την ψυχή τους για τους άλλους, ακόμα και γι’ αυτούς που δεν το αξίζουν.